διαδοχική ασφάλιση.
Στην περιπτώσεις που δεν είναι δυνατή η τήρηση αυτών των χρονικών ορίων θα εκδίδονται προσωρινές συντάξεις
Προθεσμίες έκδοσης οριστικών συνταξιοδοτικών αποφάσεων
Με τις διατάξεις του άρθρου 38 επιδιώκεται η συντόμευση του χρόνου έκδοσης των οριστικών αποφάσεων συνταξιοδότησης από τους φορείς κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, το Δημόσιο αλλά και το ΝΑΤ. Ειδικότερα, βάσει του εν λόγω άρθρου θεσπίζεται η υποχρέωση των φορέων αυτών να εκδίδουν την οριστική απόφαση συνταξιοδότησης, στις κατωτέρω αναφερόμενες αποκλειστικές προθεσμίες:
i) Εντός τριών (3) μηνών από την υποβολή της αίτησης και των κατά περίπτωση απαιτούμενων δικαιολογητικών όταν θεμελιώνεται αυτοτελές δικαίωμα συνταξιοδότησης.
ii) Εντός (6) μηνών σε περίπτωση που ο ασφαλισμένος αιτείται σύνταξης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης,
Η τήρηση των ανωτέρω προθεσμιών για την έκδοση των οριστικών συνταξιοδοτικών αποφάσεων είναι υποχρεωτική για τον ασφαλιστικό φορέα μόνον στην περίπτωση που, εκτός των κατά περίπτωση απαιτουμένων δικαιολογητικών για την απονομή σύνταξης, η αίτηση συνταξιοδότησης συνοδεύεται και από τη βεβαίωση χρόνου ασφάλισης που εκδίδεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 47 του ν.2676/1999, όπως ισχύει μετά την τροποποίησή του με το άρθρο 15 ν. 3846/2010. Με άλλα λόγια οι ανωτέρω προθεσμίες αρχίζουν μόνον εφόσον ο φάκελος της αιτήσεως συνταξιοδότησης είναι πλήρης.
Για τις περιπτώσεις αιτήματος συνταξιοδότησης λόγω αναπηρίας ισχύουν επίσης οι ανωτέρω προθεσμίες, δηλ. τρείς μήνες για αυτοτελές δικαίωμα και έξι μήνες για συνταξιοδότηση με διατάξεις διαδοχικής ασφάλισης, οι οποίες αρχίζουν από την κοινοποίηση στον φορέα ή την υποβολή από τον ενδιαφερόμενο της οριστικής γνωμάτευσης της αρμόδιας υγειονομικής επιτροπής. Επιπροσθέτως, για να ισχύσουν οι προθεσμίες αυτές θα πρέπει ο συνταξιοδοτικός φάκελος να είναι πλήρης και η αίτηση συνταξιοδότησης να συνοδεύεται από όλα τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Έκδοση πράξεων προσωρινής σύνταξης:
Σε περίπτωση που για οποιονδήποτε λόγο τα όργανα του ασφαλιστικού φορέα αδυνατούν να τηρήσουν τις ανωτέρω αποκλειστικές προθεσμίες, υποχρεούνται – εκτός των περιπτώσεων της παραγράφου 5 του κοινοποιούμενου άρθρου – να προβαίνουν στην έκδοση πράξης προσωρινής σύνταξης μέσα στις παρακάτω προθεσμίες :
i) Εντός σαράντα πέντε (45) ημερών από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης στις περιπτώσεις θεμελίωσης αυτοτελούς δικαιώματος συνταξιοδότησης, η οποία συνοδεύεται από:
α) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα χρόνο ασφάλισης, και
β) Όλα τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
ii) Εντός εβδομήντα πέντε (75) ημερών από την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης σε περίπτωση συνταξιοδότησης με τις διατάξεις της διαδοχικής ασφάλισης, η οποία συνοδεύεται από:
α) Υπεύθυνη δήλωση του ν. 1599/1986, σχετικά με τον πραγματοποιηθέντα χρόνο ασφάλισης, και
β) Όλα τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης αρμόδιος φορέας για την καταβολή προσωρινής σύνταξης καθίσταται ο τελευταίος φορέας, εφόσον με βάση τον συνολικό χρόνο ασφάλισης που αναφέρεται στην υπεύθυνη δήλωση του αιτούντος πληρούνται οι ελάχιστες χρονικές προϋποθέσεις συνταξιοδότησης σύμφωνα με τη νομοθεσία του. Εξυπακούεται επίσης ότι ο ενδιαφερόμενος έχει προσκομίσει τα κατά περίπτωση απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Στις περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης κατά τις οποίες ο απονέμων φορέας είναι άλλος από εκείνον που χορηγεί την προσωρινή σύνταξη, τα ποσά σύνταξης που καταβλήθηκαν από τον τελευταίο φορέα δεν αναζητούνται από τον ασφαλισμένο, αλλά συμψηφίζονται με τα ποσά σύνταξης που οφείλει να καταβάλλει ο απονέμων φορέας.
Τέλος, προβλέπεται ότι όταν ο απονέμων τη σύνταξη φορέας είναι το Δημόσιο, η έναρξη των προαναφερόμενων προθεσμιών για την έκδοση οριστικής ή προσωρινής απόφασης συνταξιοδότησης ξεκινά μετά την καταβολή των τρίμηνων αποδοχών.
Σε κάθε περίπτωση επισημαίνονται τα εξής :
Επειδή οι προθεσμίες για την έκδοση πράξεων προσωρινής σύνταξης είναι μικρότερες από τις αντίστοιχες για την έκδοση οριστικών αποφάσεων συνταξιοδότησης (45 ημέρες αντί 3 μηνών ή 75 ημέρες αντί 6 μηνών), οι φορείς θα πρέπει να εκτιμήσουν πριν τη λήξη της προθεσμίας έκδοσης πράξης προσωρινής σύνταξης εάν μπορούν να εκδώσουν οριστική απόφαση συνταξιοδότησης εντός των προβλεπόμενων προθεσμιών. Σε περίπτωση που κατά την εκτίμησή τους δεν είναι δυνατή η έκδοση οριστικής απόφασης εντός των προθεσμιών της παραγράφου 1 του κοινοποιούμενου άρθρου υποχρεούνται είτε να προβαίνουν στην έκδοση της προσωρινής σύνταξης (εντός 45 ή 75 ημερών ), είτε σε αιτιολογημένη πράξη απόρριψης όταν κρίνεται ότι δεν πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις.
Η κρίση ως προς το αν πληρούνται οι προϋποθέσεις συνταξιοδότησης και η εκτίμηση του απαιτούμενου χρόνου έκδοσης της απόφασης συνταξιοδότησης (προσωρινής ή οριστικής) γίνεται με βάση το χρόνο ασφάλισης και τα λοιπά στοιχεία που δηλώνει ο ασφαλισμένος στη σχετική υπεύθυνη δήλωσή που υποβάλει μαζί με την αίτηση συνταξιοδότησης καθώς κα με βάση τα προσκομισθέντα απαιτούμενα δικαιολογητικά.
Ειδικότερα σύμφωνα με την παρ. 5 του άρθρου 38 δεν εκδίδεται πράξη προσωρινής σύνταξης στις ακόλουθες περιπτώσεις :
α. Όταν ο ασφαλισμένος με δήλωσή του δεν επιθυμεί την έκδοση προσωρινής σύνταξης.
Επ’ αυτού διευκρινίζεται ότι κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης οι ασφαλισμένοι θα πρέπει να ενημερώνονται ότι υπάρχει δυνατότητα έκδοσης προσωρινής απόφασης συνταξιοδότησης και σε περίπτωση που δεν επιθυμούν την έκδοση προσωρινής σύνταξης θα πρέπει να το δηλώνουν γραπτώς στον ασφαλιστικό τους φορέα κατά την υποβολή της αίτησης συνταξιοδότησης.
Εφόσον δηλώσουν ότι επιθυμούν την έκδοση προσωρινής σύνταξης, σε περίπτωση που ο ασφαλιστικός τους φορέας δεν είναι δυνατόν να εκδώσει οριστική απόφαση συνταξιοδότησης εντός των προθεσμιών της παραγράφου 1 του άρθρου 38, θα πρέπει να συνυποβάλουν και την υπεύθυνη δήλωση του άρθρου 8 του ν.1599/1986 σχετικά με το χρόνο ασφάλισης που έχουν πραγματοποιήσει στα οικεία ασφαλιστικά ταμεία.
β. Όταν δεν πληρούνται οι κατά περίπτωση νόμιμες προϋποθέσεις συνταξιοδότησης.
(π.χ. όριο ηλικίας και απαιτούμενες κατά περίπτωση ημέρες ασφάλισης)
γ. Όταν για τη συνταξιοδότηση των ασφαλισμένων πρέπει να εφαρμοστούν οι Κανονισμοί 883/2004 και 987/2009 της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς και οι διμερείς συμβάσεις κοινωνικής ασφάλειας, εκτός των περιπτώσεων που θεμελιώνεται αυτοτελές συνταξιοδοτικό δικαίωμα μόνο με το χρόνο ασφάλισης σε ελληνικό ασφαλιστικό φορέα.
δ. Όταν οι ασφαλισμένοι δεν έχουν καταθέσει τα απαραίτητα δικαιολογητικά.
ε. Όταν ζητείται η σύνταξη λόγω θανάτου ασφαλισμένου/ης από τους γονείς του.
στ. Όταν λαμβάνεται ταυτόχρονα και άλλη σύνταξη.
ζ. Όταν δεν έχει διακοπεί η εργασία κατά την ημερομηνία υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης.
η. Όταν είναι απαραίτητη η προηγούμενη αναγνώριση χρόνων ασφάλισης για θεμελίωση συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων.
θ. Όταν υπάρχουν οφειλές από ασφαλιστικές εισφορές ποσού που υπερβαίνουν τα προβλεπόμενα από τις σχετικές διατάξεις ποσά.
Υπολογισμός του ποσού της προσωρινής σύνταξης :
Το ποσό της προσωρινής σύνταξης δεν μπορεί να υπολείπεται του 80% του ποσού της σύνταξης που προκύπτει βάσει του χρόνου ασφάλισης και των εισφορών ή συνταξίμων αποδοχών που λαμβάνονται υπόψη κατά περίπτωση για τον υπολογισμό της σύνταξης στον αντίστοιχο οικείο φορέα κύριας ασφάλισης αρμοδιότητας Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, το Δημόσιο ή το ΝΑΤ.
Ειδικά για το ΙΚΑ − ΕΤΑΜ, λαμβάνονται υπόψη οι μεικτές αποδοχές που έλαβε ο ασφαλισμένος το μήνα Δεκέμβριο του προηγούμενου έτους της υποβολής της αίτησης συνταξιοδότησης ή σε περίπτωση προγενέστερης διακοπής της ασφάλισής του, του τελευταίου μήνα απασχόλησής του, όπως αυτές προκύπτουν από τα προσκομιζόμενα ασφαλιστικά βιβλιάρια.
Λαμβάνεται επίσης επιπρόσθετη μέριμνα, ως προς το καταβαλλόμενο ποσό της προσωρινής σύνταξης, καθώς προβλέπεται ότι το προκύπτον βάσει του ανωτέρω τρόπου υπολογισμού ποσό, δεν μπορεί να είναι κατώτερο του 90% του εκάστοτε ισχύοντος κατά κατηγορία σύνταξης (γήρατος, αναπηρίας ή θανάτου) και αναλόγως του ασφαλιστικού φορέα κατώτατου ορίου σύνταξης.
http://www.asfalisinet.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου